Σωκράτης. Η δωρεά των θεών εις τους ανθρώπους, καθώς τουλάχιστον εγώ το θεωρώ βέβαιον, ερρίφθη από κάποιον μέρος των θεών διά μέσου κανενός Προμηθέως μαζί με κάποιον φωτεινότατον πυρ. Και οι μεν παλαιοί, οι οποίοι ήσαν καλλίτεροι από ημάς και κατοικούσαν πλησιέστερον εις τους θεούς, αυτήν την φήμην μας παρέδωκαν, ότι δηλαδή όλα όσα λέγομεν ότι υπάρχουν πάντοτε συνίστανται από έν και πολλά, έχουν όμως εκ φύσεως σύμφυτον το πέρας και το άπειρον. Επομένως πρέπει ημείς, αφού αυτά έχουν τοιαύτην διάταξιν πάντοτε, να δεχθώμεν μίαν μορφήν δια το καθέν, όταν το εξετάζωμεν. Διότι θα την εύρωμεν εντός του. Εάν λοιπόν πάρωμεν κατά σειράν την μίαν, έπειτα τας δύο και εξετάσωμεν αν υπάρχουν κάπως, ει δε μη τρεις ή κανένα άλλον αριθμόν, και πάλιν ομοίως έκαστον από εκείνα τα έν, έως ότου να εννοήσωμεν το αρχικόν έν όχι μόνον ότι είναι έν και πολλά και άπειρα αλλά και πόσα. Την δε έννοιαν του απείρου να μη σχετίζωμεν με τα πολλά, έως ότου να εννοήσωμεν ολόκληρον τον αριθμόν αυτών, ο οποίος κείται μεταξύ του απείρου και του ενός. Και τότε πλέον να παραχωρήσωμεν εις το άπειρον χωριστά το καθέν από όλα και να τα αφήσωμεν ήσυχα. Λοιπόν, καθώς είπα, οι θεοί μεν ούτω πως μας παρέδωσαν να ερευνώμεν και να εννοούμεν και να διδάσκωμεν ο είς τον άλλον. Οι σημερινοί σοφοί όμως το έν μεν το κατασκευάζουν, όπως τύχη, γληγορώτερα και συντομώτερα από όσον πρέπει, κατόπιν δε από το έν αμέσως το άπειρον. Τα εν τω μέσω όμως τους διαφεύγουν. Και από αυτά διακρίνεται πότε είναι λογική και πότε εριστική η μεταξύ μας συζήτησις.
Πρώταρχος. Μερικά μου φαίνεται κάπως, Σωκράτη μου, ότι τα εννοώ, μερικά όμως από όσα λέγεις είναι ανάγκη να τα ακούσω καθαρώτερα.
Σωκράτης. Καλέ Πρώταρχε, αυτό το οποίον λέγω γίνεται σαφές με τα γράμματα, και πάρε το από αυτά τα οποία εδιδάχθης.
Πώς ;
Σωκράτης. Βεβαίως η φωνή η οποία εξέρχεται από το στόμα είναι μία, και πάλιν άπειρος κατά τον αριθμόν, και όλων και ενός εκάστου.
Τι άλλο βεβαίως ;
Σωκράτης. Και βεβαίως δεν γινόμεθα ακόμη σοφοί με το έν από αυτά, ούτε δηλαδή διότι γνωρίζομεν το άπειρον αυτής, ούτε διότι γνωρίζομεν το έν. Αλλά διότι γνωρίζομεν πόσα είναι τα γράμματα και ποία, αυτό μας κάμνει γραμματισμένους.
Πολύ ορθά.
Και βεβαίως το ίδιον είναι και εκείνο που κάμνει τον μουσικόν.
Πώς ;
Δηλαδή και εις εκείνην την τέχνην μία είναι καθαυτό η φωνή.
Πώς όχι;
Σωκράτης. Ας δεχθώμεν δε ως δύο το βαρύφωνον και το υψίφωνον, και τρίτον το ομόφωνον. Ή πώς αλλέως ;
Καθώς το λέγεις.
Σωκράτης. Και όμως ακόμη δεν ημπορείς να είσαι σοφός εις την μουσικήν, όταν γνωρίζης μόνον αυτά, αν δε πάλιν δεν τα γνωρίζης, ημπορώ να ειπώ ότι δεν αξίζεις τίποτε εις αυτά.
Βεβαίως δεν αξίζω.
Σωκράτης. Όταν όμως, φίλε μου, μάθης πόσα είναι τα διαστήματα της φωνής ως προς το υψίφωνον και βαρύφωνον, και ποία, και τα όρια των διαστημάτων, και όσα συστήματα γίνονται από αυτά, τα οποία, αφού ανεκάλυψαν οι αρχαιότεροι, τα παρέδωκαν εις ημάς τους μεταγενεστέρους των να τα ονομάζωμεν αρμονίας (κλίμακας), και πάλιν ότι εις τας κινήσεις του σώματος συμβαίνουν παρόμοια παθήματα, τα οποία μάλιστα τα εμέτρησαν με αριθμούς και λέγουν ότι πρέπει να τα ονομάζωμεν ρυθμούς και μέτρα, θα ημπορέσης συγχρόνως να εννοήσης ότι κατ' αυτόν τον τρόπον πρέπει να σκεπτώμεθα πάντοτε, όταν πρόκειται περί ενός και πολλών. Διότι, και όταν αυτά τα μάθης ούτω πως, έγινες σοφός, και πάλιν, εάν κανέν άλλο οποιονδήποτε από τα όντα το εννοής με τοιαύτην έρευναν, τότε πλέον είσαι κάτοχος αυτού. Το άπειρον όμως ενός εκάστου και των πολλών σε κάμνει άπειρον εις την σκέψιν και όχι λογικόν και μετρημένον, διότι ποτέ σου δεν προσέχεις εις κανένα αριθμόν κανενός πράγματος.
Πρώταρχος. Καλέ Φίληβε, αυτά που λέγει τόρα ο Σωκράτης εις εμέ τουλάχιστον φαίνονται πολύ ορθά.
Φίληβος. Όσον δι' αυτά και εις εμέ βεβαίως φαίνονται ορθά. Αλλά τόρα προς τι ελέχθη προς ημάς αυτός ο λόγος και τι σκοπόν έχει;
Πραγματικώς, φίλε Πρώταρχε, πολύ ορθή είναι αυτή η ερώτησις του Φιλήβους.
Βεβαιότατα, και δι' αυτό απάντησε εις αυτόν.
Σωκράτης. Αυτό θα το κάμω, αφού ολίγον ακόμη ομιλήσω δι' αυτά τα ίδια. Δηλαδή, καθώς όταν κανείς πάρη εις το χέρι του έν οποιονδήποτε πράγμα, δεν πρέπει, καθώς είπαμεν, να στρέφη αμέσως την προσοχήν του εις την φύσιν του απείρου, αλλά εις ένα οποιονδήποτε αριθμόν, το ίδιον και αντιθέτως, όταν κανείς αναγκασθή να συλλάβη πρώτον το άπειρον, τότε, διά να το εννοήση, δεν πρέπει να στρέφη το βλέμμα του αμέσως εις το έν, αλλά πάλιν εις κάποιον μεγάλον αριθμόν, και εις το τέλος πλέον να φθάνη εις το έν. Και τόρα πάλιν αυτό το οποίον λέγομεν εδώ, ας το εφαρμόσωμεν εις τα γράμματα.
Πώς ;
Σωκράτης. Αφού κάποιος είτε θεός είτε θείος άνθρωπος, καθώς λέγουν εις την Αίγυπτον ότι υπήρξε κάποιος Θεύθ, ενόησε ότι η φωνή είναι άπειρος και ότι μέσα εις το άπειρον τα φωνήεντα δεν είναι έν αλλά περισσότερα, και άλλα πάλιν ότι δεν έχουν μεν φωνήν, έχουν όμως κάποιαν προφοράν, και ότι και αυτά έχουν ένα ωρισμένον αριθμόν, και αφού ως τρίτον είδος γραμμάτων εχώρισε αυτά τα οποία τόρα ονομάζομεν άφωνα, τότε πλέον ήρχισε να διαιρή τα άφθογγα και τα άφωνα χωριστά το καθέν, και τα φωνήεντα και τα ημίφωνα με τον ίδιον τρόπον, έως ότου επέτυχε τον αριθμόν των και δι' έκαστον και δι' όλα και τα ωνόμασε στοιχεία. Και επειδή ενόησε καλώς ότι κανείς από ημάς δεν θα ημπορούσε ούτε έν από αυτά να εννοήση χωριστά από όλα, εσυλλογίσθη πάλιν αυτήν την σύνδεσιν, ότι δηλαδή όλα αυτά είναι έν και κάμνουν κάπως έν, και εις όλα αυτά ώρισε μίαν τέχνην και την ωνόμασε γραμματικήν.
Φίληβος. Αυτά τόρα, καθώς τουλάχιστον εσχετίσθησαν μεταξύ των, τα ενόησα πολύ καλλίτερα από τα προηγούμενα, φίλε Πρώταρχε. Και όμως και τόρα καθώς και ολίγον προηγουμένως μου λείπει το ίδιον μέρος του ζητήματος.
Σωκράτης. Μήπως, καλέ Φίληβε, δεν εννοείς ποίαν σχέσιν έχουν αυτά με το ζήτημά μας ;
Μάλιστα, αυτό είναι που ζητούμεν προ πολλού και εγώ και ο Πρώταρχος.
Άραγε όμως προ πολλού επίσης εφθάσατε εις αυτό που ζητείτε ;
Πώς ;
Σωκράτης. Άραγε ο λόγος μας από την αρχήν δεν ήτο περί φρονήσεως και ηδονής, ποίον από τα δύο είναι προτιμότερον ;
Πώς δεν ήτο ;
Και όμως έν βεβαίως είπαμεν ότι είναι το καθέν από αυτά.
Βεβαιότατα.
Σωκράτης. Ακριβώς λοιπόν αυτό απαιτεί από ημάς ο προηγούμενος λόγος, δηλαδή πώς το καθέν από αυτά είναι έν και πολλά, και πώς δεν είναι κατ' ευθείαν άπειρα, αλλά προηγουμένως έχουν κάποιον αριθμόν πριν να γίνη το καθέν άπειρα ;
Πρώταρχος. Πραγματικώς, καλέ Φίληβε, όχι εις μηδαμινήν ερώτησιν μας έρριψε πάλιν ο Σωκράτης χωρίς και εγώ να εννοήσω με ποίον τρόπον μας έφερε γύρω. Και λοιπόν πρόσεξε, ποίος από τους δύο μας θα δώση την απάντησιν εις αυτήν την ερώτησιν. Και βεβαίως ίσως είναι αξιογέλαστον, ενώ εγώ εδέχθην εντελώς να σε διαδεχθώ εις τον λόγον, τόρα πάλιν να το επιβάλω εις εσέ, επειδή δεν ημπορώ να απαντήσω εις αυτήν την ερώτησιν. Νομίζω όμως ότι είναι πολύ γελοιωδέστερον να μην ημπορέση από ημάς ούτε ο είς ούτε ο άλλος. Λοιπόν σκέψου, τι πρέπει να κάμωμεν. Νομίζω δηλαδή ότι ο Σωκράτης μας ερωτά τόρα, αν υπάρχουν ή δεν υπάρχουν είδη της ηδονής και πόσα είναι και ποία. Και πάλιν περί της φρονήσεως τα ίδια με τον ίδιον τρόπον.
Σωκράτης. Πολύ ορθά ομιλείς, παιδί του Καλλίου. Διότι βεβαίως, εάν δεν ημπορέσωμεν να το εφαρμόσωμεν εις πάσαν μονάδα και ομοιότητα και ταυτότητα και το αντίθετον, καθώς μας ειδοποίησε ο προηγούμενος λόγος, τότε κανείς από ημάς δεν θα ημπορέση διόλου να γίνη άξιος ποτέ διά τίποτε.
Πρώταρχος. Σχεδόν, Σωκράτη μου, φαίνεται ότι είναι καθώς το λέγεις. Αλλά το καλλίτερον μεν είναι όλα ανεξαιρέτως να τα γνωρίζη ο σώφρων, κατά δεύτερον όμως λόγον μου φαίνεται ότι πρέπει να μη απατά τον εαυτόν του. Αλλά διατί άραγε εγώ τόρα το είπα αυτό; Εγώ θα σου το εξηγήσω. Συ, καλέ Σωκράτη, μας επρόσφερες εις όλους μας αυτήν την συναναστροφήν και τον εαυτόν σου, διά να αναλύσωμεν ποίον είναι το καλλίτερον από τα ανθρώπινα αγαθά. Διότι, όταν είπε ο Φίληβος ότι αυτό είναι η ηδονή και η τέρψις και η απόλαυσις, συ τον αντέκρουσες και είπες ότι δεν είναι αυτά αλλά εκείνα, τα οποία πολλάκις υπενθυμίζομεν μεταξύ μας με ευχαρίστησιν, και κάμνομεν καλά, διά να μένουν εις την μνήμην μας και αι δύο γνώμαι και βασανίζωνται. Καθώς δε φαίνεται, η γνώμη σου είναι ότι το αγαθόν, το οποίον είναι ορθόν να το ονομάσωμεν ανώτερον από την ηδονήν, είναι ο νους, η επιστήμη, η φρόνησις, η τέχνη και όλα πάλιν τα συγγενή με αυτά, και αυτά πρέπει να αποκτήσωμεν και όχι εκείνα. Αφού λοιπόν αυτά ελέχθησαν από τα δύο μέρη συζητητικώς, ημείς χάριν αστειότητος σε απειλήσαμεν, ότι δεν θα σε αφήσωμεν να υπάγης στο σπίτι σου, πριν να δοθή ένα καλόν τέλος εις την ανάλυσιν αυτών των λόγων. Συ δε έμεινες σύμφωνος και επρόσφερες τον εαυτόν σου, και λοιπόν τόρα ημείς σου λέγομεν καθώς τα παιδιά, ό,τι εδόθη ορθώς δεν παίρνεται πίσω. Ώστε παύσε να απαντάς με αυτόν τον τρόπον εις όσα λέγομεν τόρα.
Ποίον τρόπον εννοείς ;
Πρώταρχος. Να μας ρίπτης εις στενοχωρίας και να μας ξαναρωτάς δι' όσα δεν ημπορούμεν προς το παρόν να σου δώσωμεν ορθήν απάντησιν. Δηλαδή ας μη νομίσωμεν ότι αυτή η απορία μας δι' όλα δίδει τέλος εις το ζήτημά μας, αλλά αν ημείς δεν έχωμεν δυνάμεις να κάμωμεν τούτο, πρέπει να το κάμης εσύ. Διότι το υπεσχέθης. Λοιπόν συμφώνως με αυτά σκέψου μόνος σου, άραγε θα αναλύσης τα είδη της ηδονής και της επιστήμης ή θα τα αφήσης, εάν κάπως ημπορής με άλλον τρόπον να τα εξηγήσης αλλέως, αν θέλης, αυτά που διαφιλονικούμεν.
Σωκράτης. Τόρα πλέον τι άλλο έχει να φοβηθή ο κύριος εαυτός μου, αφού αυτό το είπες ούτω πως; Διότι μόλις λεχθή το αν θέλης, διώχνει κάθε φόβον δι' οτιδήποτε. Εκτός τούτου όμως μου φαίνεται ότι κάποιος θεός μου έδωκε μίαν ανάμνησιν.
Πώς δηλαδή και διά ποίον ;
Σωκράτης. Ήκουσα προ πολλού κάποιους λόγους εις τον ύπνον ή εις τον ξύπνον μου και τόρα τους εννοώ και διά την ηδονήν και διά την φρόνησιν, ότι κανέν από αυτά τα δύο δεν είναι αγαθόν, αλλά κάτι άλλο τρίτον, διάφορον από αυτά, καλλίτερον όμως και από τα δύο. Και βεβαίως, αν τούτο το εννοήσωμεν τόρα ημείς καθαρά, απαλλάσσεται η ηδονή από την υπηρεσίαν να είναι νικήτρια. Διότι τότε πλέον το αγαθόν δεν ημπορεί να είναι το ίδιον με αυτήν. Ή πώς αλλέως;
Καθώς το λέγεις.
Σωκράτης. Από όλα δε τα είδη της αναλύσεώς μας την ηδονήν πλέον δεν θα την χρειασθούμεν διόλου κατά την γνώμην μου. Όταν δε προχωρήσωμεν, θα φανή καθαρώτερα.
Ωραία το είπες και τελείωνε ομοίως.
Λοιπόν κάτι μικρά πράγματα ας συμφωνήσωμεν προηγουμένως μεταξύ μας.
Ποία δηλαδή ;
Ο κλήρος του αγαθού άραγε είναι λογικόν να είναι τέλειος ή όχι ;
Βεβαίως ο τελειότερος από όλα τα πράγματα, καλέ Σωκράτη.
Και λοιπόν; είναι ικανοποιητικόν το αγαθόν ;
Πώς όχι; Και μάλιστα ως προς αυτό είναι ανώτερον από όλα τα πράγματα.
Σωκράτης. Βεβαίως όμως, καθώς νομίζω, είναι ανάγκη να λεχθή περί αυτού το εξής, ότι οστισδήποτε γνωρίζει αυτό το κυνηγά και το επιθυμεί και θέλει να το συλλάβη και να το έχη ιδικόν του, και διά τα άλλα δεν φροντίζει διόλου, εκτός μόνον δι' όσα τελειόνουν μαζί με τα αγαθά.
Δεν υπάρχει αντίρρησις εις αυτά.
Σωκράτης. Λοιπόν ας προσέξωμεν και ας κρίνωμεν χωριστά τον βίον της ηδονής και της φρονήσεως.
Πώς το είπες αυτό ;
Σωκράτης. Ας υποθέσωμεν ότι ούτε εις τον βίον της ηδονής υπάρχει φρόνησις, ούτε εις τον βίον της φρονήσεως ηδονή. Διότι βεβαίως, εάν το έν από τα δύο αυτά είναι αγαθόν, πρέπει πλέον να μην χρειάζεται τίποτε άλλο. Εάν όμως το έν από αυτά φανή ότι χρειάζεται κάτι τι, τότε βεβαίως δεν είναι αυτό το όντως αγαθόν.
Βεβαίως πώς είναι δυνατόν να είναι ;
Σωκράτης. Λοιπόν θέλεις εις το άτομόν σου να δοκιμάσωμεν να τα εξακριβώσωμεν αυτά;
Πολύ καλά.
Απάντησέ μου λοιπόν.
Λέγε.
Σωκράτης. Θα εδέχεσο συ, φίλε Πρώταρχε, να ζήσης όλην σου την ζωήν με την απόλαυσιν των μεγαλιτέρων ηδονών ;
Και διατί όχι ;
Σωκράτης. Αλλ' άραγε θα ενόμιζες ότι κάτι σου χρειάζεται ακόμη, εάν το έχης αυτό εντελώς ;
Διόλου μάλιστα.
Σωκράτης. Πρόσεξε λοιπόν μήπως από την φρόνησιν και την νόησιν και το να συλλογίζεσαι το ορθόν, και όσα είναι συγγενή με αυτά θα είχες καμμίαν έλλειψιν.
Ποίαν έλλειψιν θα έχω; Διότι όταν έχω την χαράν όλα τα έχω.
Σωκράτης. Λοιπόν εάν ζης εις όλην σου την ζωήν ούτω πως, ημπορείς να μένης ευχαριστημένος; Αλλά όταν δεν έχης μνήμην και επιστήμην και κρίσιν αληθινήν, πρώτον μεν αυτό το ίδιον πράγμα, την χαράν, αν την απολαμβάνης ή όχι, δεν είναι άραγε επόμενον να μην το γνωρίζης, αφού στερείσαι εντελώς πάσαν φρόνησιν ;
Είναι επόμενον.
Σωκράτης. Και όμως πάλιν, όταν δεν έχης μνήμην, είναι επόμενον βεβαίως να μη ενθυμήσαι ούτε ότι απελάμβανες, και όταν έρχεται αιφνιδίως η στιγμιαία ηδονή, να μη μένη ουδέ ίχνος μνήμης. Και πάλιν, αν δεν έχης κρίσιν αληθινήν, είναι επόμενον να μη νομίζης ότι απολαμβάνεις, όταν απολαμβάνης, επειδή δε στερείσαι και τους συλλογισμούς, δεν θα είσαι ικανός να υπολογίσης ότι θα απολαύσης εις τον υπόλοιπον χρόνον της ζωής σου, και θα ζης όχι ζωήν ανθρώπου αλλά κανενός μαλακίου ή από όσα υπάρχουν έμψυχα θαλασσινά με οστρακοφόρον σώμα. Είναι αληθινά αυτά, ή έχομεν να σκεφθώμεν κάπως διαφορετικά από αυτά ;
Πώς είναι δυνατόν;
Τότε λοιπόν είναι προτιμητέος αυτός ο βίος από ημάς;
Αυτός ο λόγος, καλέ Σωκράτη, με έρριψε εις πλήρη αφασίαν.
Σωκράτης. Λοιπόν ας μην κουραζώμεθα ακόμη, και ας πάρωμεν να εξετάσωμεν τον βίον της φρονήσεως.
Ποίον λοιπόν εννοείς:
Σωκράτης. Εάν τόρα πάλιν θα δεχθή κανείς από ημάς να ζη, όταν έχη μεν φρόνησιν και νουν και επιστήμην και μνήμην παντός είδους, δεν μετέχη όμως ούτε πολύ ούτε ολίγον από την ηδονήν, αλλ' ούτε πάλιν και από την λύπην, αλλά είναι εντελώς απαθής από όλα αυτά.
Πρώταρχος. Κανείς από αυτούς τους βίους, καλέ Σωκράτη, δεν φαίνεται προτιμητέος εις εμέ τουλάχιστον, ούτε θα φανή ποτέ εις κανένα άλλον, καθώς νομίζω.
Αλλά τόρα; ο ανάμικτος, φίλε Πρώταρχε, όταν παραχθή από τους δύο μαζί ;
Εννοείς από την ηδονήν και τον νουν και την φρόνησιν ;
Ναι από αυτά εννοώ.
Πρώταρχος. Ο καθείς βεβαίως θα προτιμήση αυτόν τον βίον παρά κανένα οποιονδήποτε από εκείνους τους δύο και μάλιστα όχι μόνον ο ένας αλλά και ο καθένας.
Εννοούμεν λοιπόν τι εξάγεται τόρα από αυτούς τους λόγους μας ;
Πρώταρχος. Βεβαιότατα. Ότι δηλαδή τρεις βίοι επροτάθησαν, αλλά από τους δύο δεν είναι ικανοποιητικός ούτε ο είς ούτε ο άλλος, ούτε πρέπει να τον προτιμήση ούτε ο άνθρωπος ούτε κανέν άλλο ζώον.
Σωκράτης. Μήπως λοιπόν δεν είναι πλέον φανερόν ότι κανείς από αυτούς τους δύο δεν περιείχε το αγαθόν; Διότι τότε θα ήτο ικανοποιητικός και τέλειος και προτιμητέος δι' όλα τα φυτά και τα ζώα, όσα θα ημπορούσαν να ζουν πάντοτε κατ' αυτόν τον τρόπον εις όλην των την ζωήν. Εάν δε κανείς από ημάς επροτίμα άλλα, θα τα απελάμβανε παρά την φύσιν του πραγματικώς προτιμητέου χωρίς να θέλη, ένεκα αμαθείας ή κάποιας άλλης ανάγκης όχι ευλογημένης.
Φαίνεται τουλάχιστον ότι αυτά είναι καθώς τα λέγεις.
Σωκράτης. Λοιπόν όσον διά την θεότητα του Φιλήβου ότι δεν πρέπει να την θεωρούμεν το ίδιον με το αγαθόν, νομίζω ότι αρκετά καλά το εξηγήσαμεν.
Φίληβος. Βεβαίως όμως, Σωκράτη μου, ούτε ο ιδικός σου νους είναι το αγαθόν, αλλά βεβαίως και αυτός θα εύρη τας ιδίας καταγγελίας.
О проекте
О подписке