Από τα ελλείποντα εν αρχή κεφάλαια της Αθηναίων Πολιτείας διεσώθησαν εις άλλους αρχαίους συγγραφείς τα εξής αποσπάσματα, διά των οποίων γίνεται αποκατάστασις όχι βεβαίως του λεκτικού κειμένου της συγγραφής, αλλά του νοήματος και των εν αυτή πληροφοριών περί της αρχής και περί των πρώτων χρόνων της ιστορικής ζωής των Αθηνών. Το πρώτον των αποσπασμάτων τούτων είναι εκ της σωζομένης, ως εν τη εισαγωγή είρηται, Επιτομής της Αθηναίων Πολιτείας του Ηρακλείδου. Μετ' αυτό δε τα εν τη αυτή Επιτομή αποσπάσματα (5, 6, 7, 8, 9, 10, 11) περιεχόμενα εις το σωζόμενον Αριστοτελικό κείμενον, παρετέθησαν διά να καταδειχθή ούτως αμοιβαίως η αυθεντικότης και του Λονδινίου παπύρου και του παρατιθεμένου πρώτου της Επιτομής αποσπάσματος. – Οι συγγραφείς, παρά τοις οποίοις ευρίσκονται ταποσπάσματα, αναφέρονται εις υποσημειώσεις, ελήφθησαν δε ταύτα εκ της εκδόσεως V. Rose, Arist. qui ferebantur libr. frag. Teubner και εκ της εκδόσεως Arist. Πολ. Αθην. υπό Fr. Blass. Teubner].
§ 1. Οι Αθηναίοι (20) αρχικώς μεν εκυβερνώντο υπό βασιλείας. Όταν δε ο Ίων κατώκησε μετ' αυτών, τότε κατά πρώτον ωνομάσθησαν Ίωνες. Ο δε Πανδίων, ο οποίος εβασίλευσε μετά τον Ερεχθέα, διένειμε την βασιλείαν (αρχήν) εις τους υιούς του· και ούτοι (οι Aθηναίοι) συνεχώς ευρίσκοντο εις πολιτικάς στάσεις μεταξύ των. Ο Θησεύς δε προσεκάλεσεν αυτούς διά προκηρύξεώς του και τους συνεφιλίωσε με δικαιοσύνην και ισότητα. Ούτος μεταβάς εις την Σκύρον απέθανε κρημνισθείς επί βράχων υπό του Λυκομήδους, ο οποίος εφοβήθη μη του αφαιρέση (ο Θησεύς) την νήσον. Οι δε Αθηναίοι μεταγενέστερον μετά τους Περσικούς πολέμους μετέφεραν τα οστά του.
§ 2. Και από του γένους των απογόνων του Κόδρου δεν εξελέγοντο πλέον βασιλείς, διότι εφαίνετο ότι κατήντησαν τρυφηλοί και μαλθακοί. Ο δε Ιππομένης, είς των απογόνων του Κόδρου, θέλων ν' απορρίψη την κατηγορίαν αυτήν, ότε συνέλαβε μοιχευομένην την θυγατέρα αυτού Λειμόνην, εκείνον μεν τον μοιχόν εφόνευσε σύρας όπισθεν του άρματός του [μετά της θυγατρός], αυτήν δε την θυγατέρα του έκλεισε μαζί με ένα ίππον, έως ου απέθανεν.
§ 3. Τους συντρόφους του Κύλωνος εις το κίνημα διά την αρπαγήν του τυραννικού αξιώματος, καταφυγόντας εις τον βωμόν της θεάς, τους εφόνευσαν οι οπαδοί του Μεγακλέους. Και τους δράστας της πράξεως ταύτης εξώρισαν (οι Αθηναίοι) ως ιεροσύλους.
5. Ο Σόλων (21) δώσας νομοθεσίαν εις τους Αθηναίους επέβαλε και αποκοπάς των χρεών, ήτοι την λεγομένην σεισάχθειαν· επειδή δε παρηνώχλουν αυτόν μερικοί σχετικώς με τους νόμους, ανεχώρησεν εις Αίγυπτον.
6. Ο Πεισίστρατος διατελέσας τύραννος τριάκοντα και τρία έτη απέθανε γέρων. – Ο Ίππαρχος ο υιός του Πεισιστράτου έρρεπεν εις τους παιδικούς έρωτας και ήτο φιλόμουσος. Ο Θεσσαλός δε ήτο νεώτερος την ηλικίαν και αυθάδης. Τούτον, όντα (επίσης) τύραννον, μη δυνηθέντες να φονεύσωσιν, εφόνευσαν τον Ίππαρχον τον αδελφόν αυτού. Ο δε Ιππίας σκληρότατα (έκτοτε) εβασίλευεν.
7. Και εισηγητής υπήρξε του νόμου περί εξοστρακισμού, ο οποίος ετέθη διά τους επιδιώκοντας να γίνωσι τύραννοι. Και άλλοι δε πολλοί εξωστρακίσθησαν και ο Ξάνθιππος και ο Αριστείδης.
8. Ο Εφιάλτης επέτρεπε να λαμβάνουν οπώρας εκ των ιδικών του αγρών οι θέλοντες, πολλούς δ' εξ αυτών εκαλούσεν εις δείπνον.
9. Ο Κλέων αναλαβών την αρχήν επέφερε την διαφθοράν του πολιτεύματος και ακόμη περισσότερον οι κατόπιν αυτού, οι οποίοι παντός είδους παρανομίας διέπραξαν και εφόνευσαν όχι ολιγωτέρους των χιλίων. Ότε δε η εξουσία τούτων κατελύθη, ανέλαβαν την αρχήν ο Θρασύβουλος και ο Ρίνων, ο οποίος ήτο ανήρ καλός και ενάρετος.
10. Ο Θεμιστοκλής και ο Αριστείδης και η εξ Αρείου Πάγου Βουλή είχον μεγάλην πολιτικήν δύναμιν.
11. Και των οδών έχουσι την επίβλεψιν ίνα μη καταλαμβάνουν μερικοί αυτάς δι' οικοδομών ή αποκλείουν με μάνδρας. – Ομοίως δε διορίζουν και τους ένδεκα διά κλήρου, τους έχοντας την επιστασίαν των φυλακισμένων. – Υπάρχουν δε και εννέα άρχοντες, (ήτοι έξ θεσμοθέται, οι οποίοι εκλεγέντες ορκίζονται ότι δικαίως θα διαχειρισθώσι την αρχήν και δεν θα λάβουν δώρα ή δεν θα αναθέσουν υπέρ εαυτών χρυσούν ανδριάντα. – Ο δε (άρχων) βασιλεύς διαχειρίζεται τα αφορώντα εις τας θυσίας και τον πόλεμον.
Ο Απόλλων (22) (λέγεται) πατρώος.. Τον Απόλλωνα εν κοινώ οι Αθηναίοι τιμώσιν ως πατρογονικόν θεόν αυτών (πατρώον) εξ αιτίας του Ίωνος· διότι αφ' ότου κατώκησεν ούτος εις την Αττικήν.. οι Αθηναίοι ωνομάσθησαν Ίωνες και ο Απόλλων επωνομάσθη πατρογονικός αυτών.
Θέλων (23) δε ακόμη περισσότερον ν' αυξήση την πόλιν (ο Θησεύς) προσεκάλει πάντας παρέχων ισονομίαν· και το κήρυγμα «ο λαός εδώ ελάτε» (24) λέγεται ότι καθιερώθη από τον Θησέα, ότε προσεκάλεσέ ποτε όλον τον λαόν εις συνάθροισιν. Αλλ' όμως δεν αφήκε να γίνη άτακτος και ανάμικτος συνεπεία του ανεξελέγκτως συρρεύσαντος πλήθους η δημοκρατία, αλλά πρώτος διεχώρισεν εις ευπατρίδας και γεωργούς και τεχνίτας (25) και προσδιορίσας οι μεν ευπατρίδαι να επιβλέπωσι τα θεία και να γίνωνται άρχοντες και να είναι διδάσκαλοι των νόμων και εξηγηταί των οσίων και των ιερών ανέδειξεν αυτούς ούτως ειπείν ίσους με τους άλλου πολίτας, διότι οι μεν ευπατρίδαι εφαίνοντο υπέρτεροι κατά την δόξαν, οι δε γεωργοί κατά την χρησιμότητα και οι τεχνίται κατά το πλήθος. Ότι δε πρώτος έκλινε προς τον όχλον, ως ο Αριστοτέλης λέγει, και αφήκε την μοναρχίαν, φαίνεται ότι ο Όμηρος το μαρτυρεί εις τον κατάλογον των πλοίων (26) , μόνους τους Αθηναίους επονομάσας δήμον.
[Ούτως] έχει γίνει (27). Εις τον παλαιόν καιρόν ο λαός των Αθηναίων, πριν ή ο Κλεισθένης φέρη την τακτοποίησιν κατά φυλάς, ήτο διηρημένος εις [ευπατρίδας] γεωργούς και τεχνίτας και φυλαί τούτων ήσαν τέσσαρες, εκάστη δε των φυλών είχε τρεις μοίρας, τας οποίας ωνόμαζαν φατρίας και τριττύας· καθεμία δε απ' αυτάς απετελείτο από τριάκοντα γένη και καθέν γένος είχε τριάκοντα άνδρας τους προσδιωρισμένους από αυτό το ίδιον γένος, οι οποίοι ελέγοντο γεννήται, εκ των οποίων διά κλήρου εξελέγοντο χωριστά καθείς διά τα ιερατικά αξιώματα, οποίοι (παραδείγμ. χάριν) οι Ευμολπίδαι και οι Κήρυκες και οι Ετεοβουτάδοι, καθώς ιστορεί εις την Αθηναίων πολιτείαν ο Αριστοτέλης, λέγων τα εξής· κατενεμήθησαν δε όλοι ομού αυτοί εις τέσσαρας φυλάς απομιμούμενοι τας ώρας του έτους, καθεμία δε των φυλών ήτο διηρημένη εις τρία μέρη, ούτως ώστε όλα τα μέρη να είναι δώδεκα, όπως οι μήνες εις το έτος, ωνομάζοντο δε τριττύες και φατρίαι. Εις δε την φατρίαν ήσαν κανονισμένα τριάκοντα γένη, καθώς αι ημέραι εις τον μήνα, το δε γένος ήτο εκ τριάκοντα ανδρών.
Οι φυλοβασιλείς (28) (άρχοντες των φυλών) τέσσαρες εκλεγόμενοι μεταξύ των ευπατριδών ησχολούντο κυρίως περί τα θεία· διέμενον δε ομού εις το βασιλικόν οικοδόμημα, πλησίον του Βουκολίου.
[Εκ των προτεθειμένων αποσπασμάτων και εκ του Ηροδότου (29) και Θουκυδίδου (30) αφ' ων ηρύσθη ο Αριστοτέλης, προς δε και εκ του Πλουτάρχου, ορυσθέντος εκ της «Αθηναίων Πολιτείας» (31) , αποκαθίσταται πλήρης η έννοια του ελλείποντος πρώτου κεφαλαίου συνοπτικώς, ως εξής]:
Ανέκαθεν οι Αθηναίοι εκυβερνώντο υπό βασιλέων. Έπηλις ο Ίων εγκαταστάς εν Αττική έδωκε τ' όνομά του εις τους αυτόχθονας επονομασθέντας έκτοτε Ίωνας. Επιφανής μυθολογούμενος βασιλεύς υπήρξεν ο Ερεχθεύς, ο κατόπιν δ' αυτού βασιλεύσας Πανδίων κατένειμε την βασιλικήν εξουσίαν εις τους υιούς του, ένεκα δε της τοιαύτης διαιρέσεως η χώρα έκτοτε διαρκώς εστασίαζε μέχρι Θησέως. Ούτος συνήνωσε τους δήμους της Αττικής, έκαμε δε πυκνότερον των Αθηνών τον οικισμόν και προέβη εις κοινωνικήν και πολιτικήν διοργάνωσιν επί το δημοτικώτερον. Εις μεταγενεστέρους δε χρόνους, επιφανής και φιλόπατρις των Αθηνών βασιλεύς υπήρξεν ο Κόδρος, εν πολέμω πεσών.
Η επελθούσα είτα κατάπτωσις του βασιλικού οίκου των Κοδριδών και η προϊούσα ανάπτυξις των δήμων επέφερε την κατάλυσιν της βασιλείας. Τότε δε αι Αθήναι εκυβερνήθησαν υπό των παλαιών ευγενών οικογενειών. Αλλ' αι μεταξύ τούτων έριδες και αντιζηλίαι προεκάλουν συνεχείς στάσεις.
Τότε νέος τις ευπατρίδης, ο Κύλων, Ολυμπιονίκης, γαμβρός δε επί θυγατρί του Θεαγένους, τυράννου των Μεγάρων, επεχείρησε ν' αρπάση την τυραννίαν. Επέτυχε να καταλάβη την Ακρόπολιν, αλλ' οι εν τοις αγροίς σπεύσαντες πολυπληθείς επολιόρκησαν αυτόν εκεί. Ελλείψει τροφίμων οι εν τη Ακροπόλει δεινώς επιέζοντο. Και ο μεν Κύλων ηδυνήθη κρύφα να διαφύγη, οι δε οπαδοί του κατέφυγον ικέται εις τον ναόν της Αθηνάς. Εκεί συνεθηκολόγησαν μετά του άρχοντος Μεγακλέους, του εκ του οίκου των Αλκμεονιδών, αρχηγού των πολιορκητών. Αλλ' ότε πίστιν παρέχοντες εις τας σπονδάς εξήλθον του ναού, κατεσφάγησαν, τινές δε μάλιστα παρά τον βωμόν των Εριννύων, όπου είχον καταφύγει.
Το εναγές πραξικόπημα τούτο κατέστησε παρά τω λαώ μισητόν τον οίκον των Αλκμεονιδών, η δε φατρία του Κύλωνος ενισχυθείσα ούτω, εστασίαζεν εκ του φανερού κατ' αυτών. Ίνα δοθή πέρας εις τους εμφυλίους σπαραγμούς απεφάσισεν ο δήμος να υποβληθώσιν εις δίκην οι δράσται της εναγούς πράξεως προ δικαστηρίου τριακοσίων ανδρών εκλεγέντων εκ των επιφανών και ορκισθέντων προ των βωμών ίνα κρίνωσι την υπό του Μύρωνος υποβληθείσαν σχετικήν καταγγελίαν (32) .
… Ο Μύρων, αναλαβόντες δι' όρκου προ των βωμών την καταγγελίαν ότε δε απηγγέλθη καταδίκη εναντίον εκείνων διά το ανοσιούργημα, αυτοί μεν οι ανοσιουργήσαντες εξεχώθηκαν από τους τάφους των, οι δε απόγονοι των κατεδικάσθησαν εις παντοτινήν εξορίαν. Και κοντά εις αυτά έγινε θρησκευτική εξάγνισις (καθαρμός) από τον Επιμενίδην τον Κρήτα.
II. Ύστερα δε απ' αυτά συνέβη να καταντήσουν εις στασιασμόν αναμεταξύ των οι επίσημοι και ο λαός διά πολύν καιρόν, διότι το πολίτευμα ήτο και καθ' όλα μεν τα άλλα ολιγαρχικόν και επί πλέον δε οι πτωχοί ήσαν υποδουλωμένοι εις τους πλουσίους και αυτοί και τα παιδιά των και αι γυναίκες των· και ωνομάζοντο πελάται και εκτήμοροι (34). Διότι με τοιούτου είδους μίσθωσιν (ήτοι δίδοντες τα πέντε έκτα του εισοδήματος εις τον κύριον της γης) (35) εκαλλιεργούσαν τους αγρούς των πλουσίων. Όλη δε η γη ανήκεν εις ολίγους. Και αν δεν έδιδαν όλον το μίσθωμα (οι γεωργοί) ήσαν εκ του νόμου υποκείμενοι εις δουλείαν αυτοί και τα τέκνα των και τα χρέη εξ οιασδήποτε αιτίας επέφεραν υποχρέωσιν σωματικής δουλείας (του χρεώστου) έως εις τον καιρόν του Σόλωνος· αυτός δε πρώτος έγινε προστάτης της λαϊκής τάξεως. Το σκληρότατον μεν λοιπόν και πικρότατον (απ' όλα) εις εκείνην την πολιτικήν κατάστασιν ήτο διά τους πολλούς ο τοιούτος θεσμός της δουλείας, αλλ' όμως και διά τα άλλα πολιτικά πράγματα επίσης ήσαν δυσαρεστημένοι· διότι δεν είχαν καμμίαν, διά να είπωμεν ούτω, συμμετοχήν εις όλην εν γένει την διαχείρισιν της πολιτείας.
Η δε οργάνωσις του αρχαίου πολιτεύματος, εκείνου που υπήρχε προ του Δράκοντος, ήτο ως εξής. Οι μεν άρχοντες προήρχοντο από την αριστοκρατικήν και από την πλουτοκρατικήν τάξιν. Και κατ' αρχάς μεν ισοβίως, έπειτα δε διά μίαν δεκαετίαν. Τα πλέον μεγάλα δε και πρώτα αξιώματα ήσαν ο βασιλεύς, ο πολέμαρχος και ο άρχων· εκ τούτων δε πρώτον αξίωμα ήτο (το αξίωμα) του βασιλέως, διότι αυτό υπήρχε πατροπαράδοτα, δεύτερον δε αξίωμα ιδρύθη η πολεμαρχία, ένεκα του ότι υπήρξαν μερικοί των βασιλέων ανίκανοι εις τα πολεμικά πράγματα· εξ αιτίας δε τούτου και είχαν προσκαλέσει τον Ίωνα (ως στρατηγόν), ότε ευρέθησαν εις κρίσιμον περίστασιν· τελευταίον δε αξίωμα εσυστήθη το του άρχοντος, διότι, ως μεν λέγουν οι περισσότεροι, επί της αρχοντίας του Μέδωνος, ως δε λέγουν μερικοί, επί της αρχοντίας του Ακάστου ιδρύθη το αξίωμα αυτό. Ούτοι δε προβάλλουν ως τεκμήριον του ισχυρισμού των το ότι εννέα άρχοντες ορκίζονται να τηρούν τας ενόρκους αυτών υποχρεώσεις όπως αύται ισχύουν από της εποχής του Ακάστου, ώστε επί της βασιλείας τούτου (συμπεραίνουν) παρεχώρησαν οι απόγονοι του Κόδρου μέρος του βασιλικού αξιώματος εις αντάλλαγμα των δοθεισών εις τον τότε άρχοντα (εκ του γένους των) δωρεών. Το πράγμα μεν λοιπόν, κατά ποίαν εκ των δύο υποθέσεων συνέβη, μικράν διαφοράν παρουσιάζει ως προς την εποχήν που συνέβη. Απόδειξις δε της μεταγενεστέρας ιδρύσεως του αξιώματος του άρχοντος είναι το ότι ούτος δεν διοικεί καμμίαν από τας πατροπαραδότους τελετάς, όπως ο βασιλεύς και ο πολέμαρχος (διοικούν), αλλά όλαι αι τελεταί, τας οποίας διευθύνει, είναι μεταγενέστεραι· διό και το αξίωμα τούτο έχει μεγαλυνθή εις νεωτέρους χρόνους, αυξηθέν βαθμηδόν με προσθέτους δικαιοδοσίας. Οι θεσμοθέται δε (άρχοντες) εξελέγησαν ύστερ' από πολλά έτη, ότε πλέον εγίνετο εκλογή των αρχόντων ετησίως, προς τον σκοπόν καταγράφοντες τους ψηφιζομένους νόμους να τους διαφυλάττουν, διά να δικάζωνται σύμφωνα με αυτούς οι παρανομούντες· ούτω και είναι το μόνον αξίωμα τούτο που δεν είχε ποτε διάρκειαν πλέον ή ετησίαν. Ως προς μεν λοιπόν τον χρόνον της ιδρύσεώς των έχουν τα αξιώματα τοιαύτην διαφοράν αναμεταξύ των. Δεν ήσαν δε όλοι εγκατεστημένοι εις έν μέρος οι εννέα άρχοντες. Αλλ' ο μεν βασιλεύς έμενεν εις το ονομαζόμενον τώρα Βουκόλιον, πλησίον του πρυτανείου (απόδειξις δε τούτου είναι ακόμη ότι και τώρα εκεί γίνεται η σύμμειξις της γυναικός του βασιλέως με τον Διόνυσον) (36). Ο δε άρχων έμενεν εις το πρυτανείον, ο δε πολέμαρχος εις το Επιλύκειον (το οποίον πρότερον μεν ελέγετο πολεμαρχείον, αφού δε ο Επίλυκος γενόμενος πολέμαρχος το ανοικοδόμησε και το εκαλλώπισεν, ωνομάσθη (Επιλύκειον), οι δε θεσμοθέται (άρχοντες) έμενον εις το θεσμοθετείον. Εις τον καιρόν δε του Σόλωνος όλοι ομού οι άρχοντες συνήλθον εις το θεσμοθετείον. Είχαν δε εξουσίαν τότε οι άρχοντες να δικάζουν κατ' ουσίαν και απ' ευθείας τας δίκας και όχι όπως τώρα να ενεργούν μόνον προανάκρισιν (επί των δικών).
Ο οργανισμός μεν λοιπόν της διοικήσεως τοιούτος ήτο. Η δε βουλή των Αρεοπαγιτών είχεν αποστολήν το να επιβλέπη εις τήρησιν των νόμων, διηύθυνε δε τα πλείστα κυβερνητικά πράγματα της πόλεως και τα μεγαλύτερα, έχουσα συνάμα εξουσίαν και να τιμωρή και να επιβάλλη πρόστιμον εις όλους ιδίως τους παραβαίνοντας τους κοινωνικούς θεσμούς. (Τούτο δε), διότι η εκλογή των αρχόντων εγίνετο εκ της αριστοκρατικής τάξεως και της πλουτοκρατικής, εξ εκείνων δε που είχον διετελέσει άρχοντες εγίνοντο οι Αρεοπαγίται· διό και εξ όλων των αξιωμάτων μόνον τούτο διετηρήθη ισόβιον έως τώρα (37
Бесплатно
Установите приложение, чтобы читать эту книгу бесплатно
О проекте
О подписке